25 Απριλίου 2024
25 Απριλίου 2024

Κάπα Research: Προβάδισμα 17% για τη ΝΔ

από fimotro

Προβάδισμα 17 ποσοστιαίων μονάδων καταγράφει η ΝΔ στην πρόθεση ψήφου σύμφωνα με πανελλαδική δημοσκόπηση της Κάπα Research που ολοκληρώθηλκε προχθές τελευταία ημέρα του Ιουνίου του 2020.

Ειδικότερα, στην πρόθεση ψήφου η ΝΔ σημειώνει ποσοστό 39,1% έναντι 22,3% του ΣΥΡΙΖΑ. Ακολουθεί το Κίνημα Αλλαγής με 5,4%, το ΚΚΕ με 4,3% η Ελληνική Λύση με 3,1% και το ΜέΡΑ25 με 2,6%.

Σύμφωνα με την έρευνα η πλειοψηφία των πολιτών (54%) δηλώνει ότι σήμερα η χώρα μας κινείται προς τη σωστή (ή μάλλον προς τη σωστή) κατεύθυνση ενώ, οι θετικές κρίσεις για το έργο της κυβέρνησης παραμένουν πλειοψηφικές (52% – με 90% στους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας και 70% στους ψηφοφόρους του ΚΙΝΑΛ).

Ειδικότερα, οι πολίτες εμφανίζονται περισσότερο ικανοποιημένοι όσον αφορά τους τομείς της ψηφιακής διακυβέρνησης (67%) και τη δημόσια υγεία (55%). Την πρώτη τετράδα συμπληρώνουν οι τομείς της εξυπηρέτησης του πολίτη (51%) και της εξωτερικής πολιτικής (47%).

Στον αντίποδα, η αξιολόγηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης κινείται σε αρνητικά επίπεδα (71% των πολιτών αντιδρούν απορριπτικά), με την κατάσταση να βελτιώνεται μόνο ανάμεσα στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ όπου οι 2 στους 3 επιδοκιμάζουν την έως τώρα πολιτική του.

Η εικόνα αυτή έχει αντίκτυπο και στην παράσταση νίκης που η διαφορά της ΝΔ ξεπερνά τις 50 ποσοστιαίες μονάδες.

Ο πρωθυπουργός επικρατεί σε δημοφιλία όλων των κεντρικών πολιτικών προσώπων. Με θετικές γνώμες που αγγίζουν το 55%, είναι ο μοναδικός πολιτικός αρχηγός με θετικό ισοζύγιο θετικών και αρνητικών κρίσεων.

Στη δεύτερη θέση του σχετικού δείκτη αναδεικνύεται η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, με δημοτικότητα 47%, ενώ ακολουθούν στην τρίτη θέση ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, με 33% και στην τέταρτη ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος με 32%.

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης με θετικές γνώμες στο 30% έρχεται 5ος στη συνολική κατάταξη και 2ος ανάμεσα στους πολιτικούς αρχηγούς, ακολουθούμενος από τον Πρόεδρο της Βουλής, Κώστα Τασούλα, και τους υπόλοιπους επικεφαλής των κομμάτων του κοινοβουλίου.

Το ενδεχόμενο ενός ανασχηματισμού το επόμενο διάστημα γεννά και το παρακάτω ερώτημα: ποιοι υπουργοί θα πρέπει να αναβαθμιστούν στον ανασχηματισμό, ποιοι να παραμείνουν στις θέσεις τους, ποιοι να υποβαθμιστούν και ποιοι να απομακρυνθούν; Οι απαντήσεις φέρνουν τον υπουργό Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κυριάκο Πιερρακάκη, στην πρώτη θέση με διαφορά, επιβεβαιώνοντας το στίγμα της κυβερνητικής πολιτικής κατά την τρέχουσα περίοδο. Την πρώτη πεντάδα συμπληρώνουν ο Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, με την ελληνο-ιταλική ΑΟΖ στη φαρέτρα του, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος, ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης και ο Υπουργός Εσωτερικών, Τάκης Θεοδωρικάκος. Ανάμεσα στους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας, η πεντάδα διαφοροποιείται με τον Υπουργό Υγείας Βασίλη Κικίλια και τον Υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα να καταλαμβάνουν την τρίτη και τέταρτη θέση αντίστοιχα, «εκτοπίζοντας» τους Νίκο Δένδια και Τάκη Θεοδωρικάκο.

Σε επίπεδο αναπληρωτών υπουργών και υφυπουργών, τις πρώτες θέσεις καταλαμβάνουν οι πρωταγωνιστές των κρίσεων του Έβρου και του κορωνοϊού: πρώτος ο Υφυπ. Προστασίας του Πολίτη, Νίκος Χαρδαλιάς και δεύτερος ο Υφυπ. Εθνική Άμυνας και συντονιστής στο προσφυγικό-μεταναστευτικό, Αλκιβιάδης Στεφανής. Τους δύο ακολουθεί ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας ενώ την πεντάδα συμπληρώνουν οι δύο υφυπουργοί του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Γιώργος Γεωργαντάς και Γρηγόρης Ζαριφόπουλος, εισπράττοντας από τη γενικότερη αποδοχή που απολαμβάνει το συγκεκριμένο υπουργείο.

Στην αντίπερα όχθη, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που ξεχωρίζουν είναι με τη σειρά ο Ανδρέας Ξανθός, που κράτησε διαλλακτική στάση στην κρίση του κορωνοϊού, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και η Έφη Αχτσιόγλου, η οποία καταλαμβάνει την πρώτη θέση ανάμεσα στους ψηφοφόρους του κόμματος. Την πρώτη πεντάδα συμπληρώνουν ο εκπρόσωπος τύπου, Αλέξης Χαρίτσης και ο Γιάννης Δραγασάκης, ο οποίος, όμως, υποχωρεί εκτός πρώτης δεκάδας μέσα στην εκλογική βάση του κόμματος.

Αναφορικά με τα υπόλοιπα ερωτήματα, η ανησυχία μόλυνσης από τον κορονοϊό παραμένει σε σχετικά υψηλά επίπεδα (56%) σημειώνοντας, ωστόσο, σημαντική κάμψη 12 ποσοστιαίων μονάδων από τον Απρίλιο και συνολική υποχώρηση 40 μονάδων από το υψηλό 86% του Μαρτίου.

Ωστόσο  βαθμός αισιοδοξίας αντιμετώπισης του κινδύνου υποχωρεί κατά 16 μονάδες από τον Απρίλιο (28% έναντι 44%). Στο ίδιο πνεύμα, η μεγάλη πλειοψηφία (76%) διαφωνεί με την άποψη που θέλει τη χώρα μας να έχει ξεπεράσει τον κίνδυνο του κορωνοϊού.

Την ίδια στιγμή, παρά το γεγονός ότι οι 7 στους 10 κρίνουν τα μέτρα της πολιτείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας αναγκαία και μάλλον αναγκαία, αυξάνεται το μέρος της κοινής γνώμης που κρίνει τα ίδια μέτρα υπερβολικά και μάλλον υπερβολικά (32%, +9 μονάδες από τον Απρίλιο και +30 μονάδες από τον Μάρτιο). Το ποσοστό είναι υψηλότερο όταν κρίνεται η αναγκαιότητα των μέτρων που αφορούσαν περισσότερο στην αγορά (πχ. κλείσιμο εμπορικών καταστημάτων και εστίασης), με το 39% να θεωρεί τα μέτρα αυτά υπερβολικά ή μάλλον υπερβολικά.

Οικογενειακό εισόδημα και εργασία δέχονται το ισχυρότερο πλήγμα: το 54% βλέπει μείωση του εισοδήματός του (πολύ ή αρκετά) από την κρίση του κορωνοϊού, με το ποσοστό να διατηρείται στα επίπεδα άνω του 50% από τον Απρίλιο. Σχεδόν οι μισοί (47%) θεωρούν ότι η οικονομική τους κατάσταση θα είναι χειρότερη (ή μάλλον χειρότερη) σε έναν χρόνο από σήμερα, ενώ περισσότεροι (57%) πιστεύουν το ίδιο για την κατάσταση της εθνικής οικονομίας κατά την ίδια περίοδο.

Τη δύσκολη πραγματικότητα δεν φαίνεται να ανακουφίζουν τα μέτρα οικονομικής στήριξης εργαζομένων και επιχειρήσεων: σχεδόν 2 στους 3 πολίτες (66%) κρίνουν τα μέτρα στήριξης των εργαζομένων ανεπαρκή ή μάλλον ανεπαρκή (με τον συγκεκριμένο δείκτη ενισχυμένο κατά 16 μονάδες από τον Απρίλιο) ενώ, αντίστοιχα ανεπαρκή κρίνονται από το 57% και τα μέτρα ανακούφισης των επιχειρήσεων.

Τέλος, με δεδομένη την κόπωση της δεκαετούς κρίσης, είναι λογικό οι εργαζόμενοι να εμφανίζονται διστακτικοί απέναντι σε νέες θυσίες. Μόλις ένας στους τρεις (36%) θα δεχόταν να δουλέψει περισσότερο με τις ίδιες αποδοχές, το 17% θα δεχόταν μείωση αποδοχών με ταυτόχρονη μείωση ωραρίου εργασίας, το 11% θα έλεγε «ναι» σε μείωση μισθού και μόλις ένα 5% θα αποδεχόταν μια νέα αύξηση της φορολόγησης

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ...

© 2024 fimotro.gr – All Rights Reserved

design & development by Webartstudio.gr

Η ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη περιήγηση σας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτήν τη σελίδα αποδέχεστε τα Cookies. Αποδοχή Περισσότερα