29 Μαρτίου 2024 / 12:35 πμ
29 Μαρτίου 2024 / 12:35 πμ

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων ζητεί από τον Μητσοτάκη να καταργηθεί η εισφορά αλληλεγγύης

από fimotro

Την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για τους δικαστές και τους εισαγγελείς αλλά και για όλο το δημόσιο, ζητεί με επιστολή της στον πρωθυπουργό, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων. Όπως αναφέρουν στην επιστολή που απέστειλαν στον Κυριάκο Μητσοτάκη η παραμονή του μέτρου σε μερικές μόνο κατηγορίες πολιτών και εργαζομένων, αντιβαίνει σε συγκεκριμένα άρθρα του Συντάγματος που αφορούν στην αρχή της αναλογικότητας και της ισης κατανομής των βαρών.

Η επιστολή της ΕΔΕ έχει ως εξής:
Αξιότιμε κ. Πρωθυπουργέ,

Το ΔΣ της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων κατά τη συνεδρίαση του ΔΣ της 6ης Φεβρουαρίου 2021 αποφάσισε να θέσει δημόσια το ζήτημα της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης για τους δικαστικούς λειτουργούς καθώς και για όλους τους μισθωτούς στον δημόσιο τομέα. Η παρούσα χρονική συγκυρία, ενόψει του οικονομικού προγραμματισμού της νέας χρονιάς, μας επιτρέπει να υποβάλουμε αίτημα κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης για τους παρακάτω λόγους:

Με το άρθρο 298 του ν. 4738/2020 απαλλάσσονται πλέον από την υποχρέωση καταβολής εισφοράς αλληλεγγύης οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, μέλη Δ.Σ, ενώ απαλλαγή προβλέπεται και για το φορολογικό έτος 2020 στα εισοδήματα από κεφάλαιο, από επιχειρηματική δραστηριότητα, από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου και από τόκους. Η μοναδική κατηγορία πολιτών που υπόκειται στο εξής σε εισφορά αλληλεγγύης είναι οι μισθωτοί του δημοσίου τομέα και οι συνταξιούχοι.

Ο περιορισμός της υποχρέωσης «εισφοράς αλληλεγγύης» μόνο στους εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα και στους συνταξιούχους, πέρα από το γεγονός ότι επιβαρύνει τους φορολογικά συνεπέστερους πολίτες, δημιουργεί πρόβλημα ασυμβατότητας με το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος που ορίζει «οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις τους». Το νόημα της συνταγματικής διάταξης είναι ότι οι νόμοι που επιβάλουν φορολογικά βάρη δεν μπορούν να προβαίνουν σε αδικαιολόγητες διακρίσεις ή να επιβαρύνουν δυσανάλογα και υπέρμετρα ορισμένες κατηγορίες πολιτών, πόσο μάλλον μία μοναδική κατηγορία. Αλλά και με τα άρθρα 20 και 21 παρ. 1 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ που καθιερώνουν την αρχή της απαγόρευσης αθέμιτων διακρίσεων, η οποία, κατά πάγια νομολογία του ΔΕΚ/ΔΕΕ, επιβάλλει να μην αντιμετωπίζονται διαφορετικά παρόμοιες καταστάσεις, εκτός αν η διαφορετική αυτή μεταχείριση δικαιολογείται, ως ερειδόμενη σε αντικειμενικό και εύλογο κριτήριο. Τέτοιο κριτήριο δεν υφίσταται εν προκειμένω, αφού ως εκ της φύσης της επίμαχης φορολογικής υποχρέωσης κανένας αποχρών λόγος δεν δικαιολογεί τη διατήρησή της ειδικά και μόνο στους μισθωτούς του δημόσιου τομέα και τους συνταξιούχους. Η κατά τον ανωτέρω τρόπο δυσμενής φορολογική μεταχείριση μόνο των εν λόγω κατηγοριών φορολογούμενων καθίσταται σαφώς αυθαίρετη, αφού στον ν. 4738/2020 δεν γίνεται επίκληση κανενός γενικού και αντικειμενικού κριτηρίου που να ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες συνθήκες αυτών. Το τελευταίο τούτο επιβεβαιώνεται από την ίδια την αιτιολογική έκθεση του νόμου που επέβαλε την «εισφορά αλληλεγγύης», η οποία επικαλείται την ευθύνη «κάθε πολίτη».

Η συγκεκριμένη φορολογική επιβάρυνση μετά τον περιορισμό της σε μία μόνο κατηγορία πολιτών παύει να είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις της προβλεπόμενης στο άρθρο 25 παρ. 1 δ΄ του Συντάγματος αρχής της αναλογικότητας. Η έξοδος της Ελλάδας από τις δεσμεύσεις των μνημονίων αίρει τη δικαιολογητική βάση ενός ειδικού φόρου που είχε εξ αρχής στενό χρονικό ορίζοντα και επιβλήθηκε λόγω έκτακτων καταστάσεων. Η συνταγματική επιταγή για αναλογική και προοδευτική φορολογική επιβάρυνση των πολιτών ανάλογα με τα εισοδήματά τους να γίνει ο ανεξαίρετος κανόνας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ...

© 2024 fimotro.gr – All Rights Reserved

design & development by Webartstudio.gr

Η ιστοσελίδα μας χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη περιήγηση σας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε αυτήν τη σελίδα αποδέχεστε τα Cookies. Αποδοχή Περισσότερα